Πνευματικά δικαιώματα δεν υπάρχουν. Οι ιδέες πρέπει να κυκλοφορούν ελεύθερα. Άρα...
... η αντιγραφή όχι απλώς επιτρέπεται αλλά είναι και επιθυμητή, ακόμη και χωρίς αναφορά της πηγής!

Η γλώσσα κόκκαλα τσακίζει

- "Ο λόγος που μ' άφησες έξω από την υπόθεση", είπε ήσυχα, "ήταν ότι νόμισες πως η αστυνομία δεν θα πίστευε ότι σκέτη περιέργεια μ' έσπρωξε να κατέβω εκεί κάτω χτες το βράδυ. Θα υποψιάζονταν ίσως ότι είχα κάποιον ύποπτο λόγο και θα με σφυροκοπούσαν μέχρι να σπάσω".
- "Πώς ξέρεις αν δεν σκέφτηκα το ίδιο πράγμα;"
- "Οι αστυνομικοί είναι κι αυτοί άνθρωποι", είπε ξεκάρφωτα.
- "Έχω ακούσει ότι σαν τέτοιοι ξεκινάνε".

[Ραίημοντ Τσάντλερ, "Αντίο, γλυκειά μου", εκδόσεις Λυχνάρι, 1990 (σελ.: 54)]

13 Νοεμβρίου 2010

Μεταπολίτευση & Οικονομία: (ια) 1999-2000

Επί τέλους, κάποιος βρέθηκε να μιλήσει σοβαρά. Στα τέλη Αυγούστου, ο Θόδωρος Καρατζάς (διοικητής της Εθνικής Τράπεζας) εκπέμπει αυστηρό μήνυμα αυτοσυγκράτησης και υπενθυμίζει στο επενδυτικό κοινό το αυτονόητο: σ' αυτά τα επίπεδα τιμών επιβάλλεται πολύ μεγάλη προσοχή. Μόνο που τους έλληνες δεν θα έπρεπε να τους αποκαλούν "επενδυτές" αλλά "τζογαδόρους". Οι πάντες αγόραζαν μετοχές με μόνο σκοπό να τις πουλήσουν κάποτε (πότε, αλήθεια;) σε υψηλότερη τιμή. Πώς αλλοιώς να εξηγήσει κανείς το ότι υπήρχαν εισηγμένες εταιρείες με χρηματιστηριακή αξία 20πλάσια της λογιστικής τους;

Με συνέντευξή του, λίγες μέρες αργότερα, επανέλαβε τα ίδια και ο Λουκάς Παπαδήμος (διοικητής της τράπεζας της Ελλάδος). Ο Παπαδήμος, όμως, μίλησε ωμά: ζήτησε την παρέμβαση των αρχών, γιατί ο χρηματιστηριακός παραλογισμός απειλούσε με κατάρρευση το σύνολο της οικονομίας.

Η συνέντευξη Παπαδήμου ήταν καταλυτική και ξύπνησε τον κόσμο από τον βαθύ του ύπνο. Από την επόμενη ακριβώς ημέρα άρχισε η κατρακύλα. Όσο εύκολα είχαν ενθουσιαστεί οι έλληνες, τόσο εύκολα πανικοβλήθηκαν. Οι πάντες έτρεχαν για να μαζέψουν τα εικονικά τους κέρδη αλλά αγοραστής δεν υπήρχε πουθενά. Όλοι ήθελαν να πουλήσουν. Ο πρωτοφανής πανικός κράτησε βδομάδες. Ο Παπαδήμος έγινε αποδέκτης σκαιοτάτων ύβρεων κι από παντού ακούγονταν εκκλήσεις για επέμβαση της κυβέρνησης. Φυσικά, με την δραχμή στην ΟΝΕ, η κυβέρνηση δεν μπορούσε να ανακατευτεί αλλά η παραζάλη ήταν τέτοια ώστε ακόμα κι εκείνη την στιγμή υπήρξαν επενδυτές που "χώνονταν", σίγουροι ότι η πολιτεία δεν θα επέτρεπε την κατάρρευση.

Όταν άρχισε να κατακάθεται ο μπουχός της κατάρρευσης, φάνηκαν πεντακάθαρα οι βαθειές πληγές τόσο στην οικονομία όσο και στον κοινωνικό ιστό. Χιλιάδες απλοί άνθρωποι καταστράφηκαν με το όνειρο του εύκολου πλουτισμού. Ωφελημένοι στάθηκαν μόνο τα μέλη του "δικτύου" που παγίδευσε τον κοσμάκη, δηλαδή μερικές χιλιάδες απατεώνες (πολιτικοί, τραπεζίτες, χρηματιστές, σύμβουλοι, δικηγόροι, λογιστές, δημοσιογράφοι κλπ), οι οποίοι επωφελήθηκαν -λιγότερο ή περισσότερο- από τον χαμό, καθ' ότι "ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται".

Μέσα σ' αυτόν τον πανζουρλισμό, ο Σημίτης στάθηκε εξαιρετικά τυχερός. Πρώτα-πρώτα, η Νέα Δημοκρατία δεν μπορούσε να τον "στήσει στον τοίχο", γιατί και τα δικά της μέλη είχαν χωθεί στο χρηματιστήριο ως τα μπούνια (για παράδειγμα, ο θείος Αχιλλέας έβγαλε τρελλά εκατομμύρια, όπως απεκαλύφθη αργότερα). Έπειτα, η άψογη στάση του Κωστή Στεφανόπουλου στην Προεδρία και η λαϊκή αποδοχή του, υποχρέωναν την αξιωματική αντιπολίτευση να αποδεχθεί την ανανέωση της θητείας του ("δεν πρόκειται να σας χαρίσουμε τέτοιον πρόεδρο", δήλωσε ο Καραμανλής). Και, τέλος, η Ευρωπαϊκή Ένωση δέχθηκε να παίξει ρυθμιστικό ρόλο στις ελληνοτουρκικές διενέξεις, ανακουφίζοντας τον πληγωμένο από τα Ίμια πρωθυπουργό.

Το καλύτερο, όμως, για τον Σημίτη, ήρθε στο τέλος του 1999, όταν η Κομισσιόν ανακοίνωσε ότι η Ελλάδα είχε πιάσει τα κριτήρια για την ένταξη στο ευρώ. Όσο κι αν ο Σημίτης κατηγορήθηκε αργότερα για "δημιουργική λογιστική", εικονικά στοιχεία και παιγνίδια με την "Moody's", ας μη ξεχνάμε ότι ακριβώς τα ίδια έκαναν όλες ανεξαιρέτως οι χώρες που μπήκαν στο ευρώ. Έτσι, ο πρωθυπουργός άρχισε να σκέφτεται την επίσπευση των εκλογών, πριν γίνουν σαφέστερες και καθαρώτερες οι επιπτώσεις της κατάρρευσης του χρηματιστηρίου σε οικονομία και κοινωνία. Τα "παπαγαλάκια" εκμεταλλεύτηκαν τις πρωθυπουργικές σκέψεις και άφηναν συνεχώς υπονοούμενα ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να αφήσει απροστάτευτη την Σοφοκλέους και "κάτι θα γίνει, τελικά".

Πριν από τις εκλογές, λοιπόν, οι κερδοσκόποι -εγχώριοι και ξένοι- άρχισαν να "σπρώχνουν" μετοχές με το τσουβάλι. Ο Παπαντωνίου "τσίμπησε" και άρχισε να αμύνεται. Τράπεζες και κράτος (μέσω της ΔΕΚΑ) άρχισαν να αγοράζουν, προκειμένου να μετριάσουν τις επιπτώσεις. Κι όσο αυτοί αγόραζαν, τόσο οι μεγάλοι παίχτες ξεφόρτωναν σαβούρα. Η κατάσταση ήταν και εκρηκτική και αδιέξοδη: πόσο θα άντεχε ο κρατικός κορβανάς να στηρίζει το χρηματιστήριο; Ο πανικοβλημένος Σημίτης όρισε γρήγορα-γρήγορα τις εκλογές για τις 9 Απριλίου 2000.

Η αξιωματική αντιπολίτευση παρακολουθούσε βραχυκυκλωμένη, με έναν άβουλο πρόεδρο κι έναν πελαγωμένο Αλογοσκούφη να μη θέλουν να εκμεταλλευτούν το χρηματιστηριακό αλαλούμ, τάχατες για να μη κατηγορηθούν ότι υπονομεύουν την χρηματιστηριακή αγορά. Έτσι, ο Σημίτης πήγε σε εκλογές με κυριώτερο αντίπαλό του την...κακή κυβέρνησή του.

Η βραδυά των εκλογών έκρυβε το μεγαλύτερο πολιτικό θρίλερ στην ιστορία της χώρας. Μέχρι τα μεσάνυχτα, όλα έδειχναν ότι η Νέα Δημοκρατία είχε επικρατήσει και οι οπαδοί της άρχισαν τα επινίκεια πανηγύρια. Όμως, όταν τις πρώτες μεταμεσονύχτιες ώρες άρχισαν να έρχονται τα αποτελέσματα από την Β' Αθηνών, όλα άλλαξαν. Το ΠΑΣΟΚ νίκησε για λίγες χιλιάδες ψήφων και ο Σημίτης διατήρησε την πρωθυπουργία, έστω και με την ψυχή στο στόμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: